29/7/10

Η άτυπη λειτουργία του σχολείου - το 'παραπρόγραμμα'

 
Ως γνωστόν τα πιο ουσιαστικά στοιχεία του επίσημου σχολικού προγράμματος είναι οι διδακτικοί σκοποί, το περιεχόμενο (το πρόγραμμα σπουδών), οι διδακτικές οδηγίες και η αξιολόγηση. Όλα αυτά τα στοιχεία οδηγούν σε ένα σχέδιο διδασκαλίας και μάθησης για το σύνολο των μαθημάτων του σχολείου και συνιστούν την τυπική λειτουργία του (Μαυρογιώργος στο Γκότοβος κ.α., 2000).


 Το πρόγραμμα σπουδών του σχολείου όμως δείχνει πολλά περισσότερα από μια σειρά μαθημάτων ή κειμένων. Αναπαριστά κυρίως μια εισαγωγή σε ένα συγκεκριμένο είδος ζωής και χρησιμεύει εν μέρει στην προετοιμασία των μαθητών για κυρίαρχες ή υφιστάμενες θέσεις στην υπάρχουσα κοινωνία. Αποτελεί μια μορφή ‘πολιτιστικής πολιτικής’, δηλαδή ένα μέρος της κοινωνικοπολιτιστικής διάστασης της σχολικής διαδικασίας (McLaren, 1998).

 Σχετική έννοια με αυτήν τη διάσταση είναι και η ‘κοινωνική επιρροή’ της κοινωνικής ψυχολογίας, η οποία συνίσταται στην αλλαγή των κοινωνικών στάσεων, απόψεων, αντιλήψεων ή αναπαραστάσεων ενός ατόμου ή μιας ομάδας από τις κοινωνικές στάσεις, απόψεις, αντιλήψεις ή αναπαραστάσεις ενός άλλου ατόμου ή μιας άλλης ομάδας (Ράπτης, 2000).

 Οδηγούμαστε έτσι στην έννοια ενός άλλου προγράμματος που υπάρχει και δραστηριοποιείται παράλληλα με το επίσημο, που είναι γνωστό με ονόματα όπως κρυφό, σιωπηλό, αόρατο, άγραφο, ανεπίσημο, παραπρόγραμμα κ.α. Ο Μαυρογιώργος προτείνει τον όρο παραπρόγραμμα, με την έννοια του προγράμματος που δε διδάσκεται αλλά μαθαίνεται μέσα από άτυπες μορφές διδασκαλίας, παράλληλα με το επίσημο και τυπικό σχολικό πρόγραμμα. Είναι ένα πρόγραμμα που διαμορφώνει και διαμορφώνεται από την ίδια τη σχολική πράξη χωρίς να είναι αντιληπτό και που ωστόσο επηρεάζει καίρια το σχολικό πρόγραμμα ως πράξη και ως αποτέλεσμα. Ο όρος υποδηλώνει την έννοια του παράλληλου προγράμματος καθώς και την έννοια της σύγκρουσης και της αναντιστοιχίας επίσημου και ανεπίσημου προγράμματος.
 Σε αντίθεση με το πρόγραμμα των μαθημάτων που ισχύει το ίδιο για όλα τα δημόσια σχολεία, το παραπρόγραμμα χαρακτηρίζει μια συγκεκριμένη κοινωνία αλλά και το κάθε σχολείο ξεχωριστά. Αυτό είναι άτυπο και χαρακτηρίζεται από μη συνειδητό σχεδιασμό. Έχει σχέση με τους κοινωνικούς κανόνες που ισχύουν σε κάθε σχολείο οι οποίοι καθορίζουν τη λειτουργία του και έχει επίσης θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα στη διαδικασία της κοινωνικοποίησης των μαθητών. Αφορά στην οργάνωση που υπάρχει στο σχολείο ή στην τάξη, στις μη τυπικές παιδαγωγικές διαδικασίες που χρησιμοποιούν οι εκπαιδευτικοί, στο διδακτικό και στο μαθησιακό στυλ στο οποίο δίνεται έμφαση, στα μηνύματα που μεταδίδονται στους μαθητές μέσα από όλο το φυσικό ή το διδακτικό περιβάλλον, στον τρόπο διεύθυνσης, στις προσδοκίες των δασκάλων και στη διαδικασία αξιολόγησης και βαθμολόγησης.

 Το παραπρόγραμμα έχει σχέση με τους σιωπηρούς τρόπους με τους οποίους δομούνται η γνώση και οι συμπεριφορές . Για την κριτική παιδαγωγική είναι μέρος της γραφειοκρατικής και διαχειριστικής ‘πίεσης’ του σχολείου, των συνδυασμένων δυνάμεων που προκαλούν τη συμμόρφωση των μαθητών με τις κυρίαρχες ιδεολογίες και τις κοινωνικές πρακτικές που έχουν σχέση με την αρχή, τη συμπεριφορά και την ηθική (McLaren, 1998). Η καλύτερη κατανόηση του παραπρογράμματος μπορεί να προσφέρει μια ουσιαστικότερη βοήθεια στις προσπάθειες για βελτίωση του σχολείου (Wren, 1999).
 Σε αντίθεση με το επίσημο σχολικό πρόγραμμα του οποίου τα στοιχεία είναι σχετικά εύκολο να επισημάνει κανείς, το σχολικό παραπρόγραμμα δεν προσφέρεται για ένα συνολικό και τεκμηριωμένο προσδιορισμό γιατί ουσιαστικά καλύπτει έναν τεράστιο χώρο που εκτείνεται από τα θεωρούμενα ‘επουσιώδη’ και αυτονόητα γεγονότα της εκπαιδευτικής πράξης μέχρι τις πιο βασικές σχολικές διαδικασίες με τις αντίστοιχες προεκτάσεις τους. Με αυτήν την έννοια, το παραπρόγραμμα περιλαμβάνει το σύνολο των εμπειριών που αποκτά ο μαθητής ως αποτέλεσμα επενέργειας παραγόντων, όρων, σχέσεων και καταστάσεων που δεν εμπεριέχονται φανερά και άμεσα στο σχεδιασμό της τυπικής σχολικής διαδικασίας (Γκότοβος κ.α., 2000). Έτσι, για παράδειγμα, από την οργάνωση της σχολικής ζωής προκύπτουν μια σειρά ‘υπονοούμενων απαιτήσεων’ του παραπρογράμματος, όπως ο μαθητής αναγκάζεται να συνηθίζει να περιμένει, να ανέχεται και να υπομένει την ανία και τη μονοτονία αδιαμαρτύρητα, να δέχεται αξιολογικές κρίσεις από το δάσκαλό του και τους συμμαθητές του, να μη συνεργάζεται με τους συμμαθητές του παρά τη φυσική παρουσία τους δίπλα του που δημιουργεί προϋποθέσεις συνεργασίας κ.λ.π.

 Σύμφωνα με τους Meighan και Siraj – Blatchford (1999) για να μελετήσουμε το παραπρόγραμμα θα πρέπει να ξεκινήσουμε από παρατηρήσεις και ερμηνείες αυτών που συμβαίνουν καθημερινά στις σχολικές τάξεις, και να φτάσουμε μέχρι τη μελέτη της λειτουργίας των εκπαιδευτικών συστημάτων. Άλλοι δίνουν βαρύτητα στον τρόπο με τον οποίο τα μέλη των σχολικών κοινοτήτων δημιουργούν μοντέλα σχέσεων στους καθημερινούς τρόπους συμπεριφοράς τους και άλλοι τονίζουν τα μοντέλα λειτουργίας της κοινωνίας και της οικονομίας τα οποία σχηματίζουν ένα πλαίσιο για την εκπαιδευτική δραστηριότητα και επηρεάζουν δυναμικά το σύστημα του σχολείου (μακρο – κοινωνιολογική προσέγγιση). Άλλοι τέλος έχουν υιοθετήσει μια διαδραστική άποψη, η οποία εξετάζει τις αντιδράσεις μέσα σε όλο αυτό το πλέγμα.


Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το παραπρόγραμμα κυρίως αναφέρεται σε θέματα της καθημερινής εκπαιδευτικής διαδικασίας που :

 α) αντιμετωπίζονται ως αυτονόητα και δεδομένα και έτσι δεν αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας, προβληματισμού και αμφισβήτησης,

 β) προκύπτουν ως απρόβλεπτες, ανεπιθύμητες ή ασυνείδητες προεκτάσεις (παραπροϊόντα) της επενέργειας παραγόντων της σχολικής ζωής και

 γ) διαμορφώνουν τους κοινωνικούς όρους της σχολικής ζωής κάτω από τους οποίους οι μαθητές εσωτερικεύουν τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς, αρχές και αξίες (Dreeben, στο Γκότοβος κ.α., 2000).

  
Ο Μαυρογιώργος υποστηρίζει ότι οι τομείς του σχολικού περιβάλλοντος και της σχολικής ζωής που κατεξοχήν αποτελούν πεδίο διαμόρφωσης του σχολικού παραπρογράμματος είναι:

  • ο ρυθμός και το κλίμα της ζωής στην τάξη

 • τα φυσικά χαρακτηριστικά μεγέθη του σχολικού πλαισίου (διάθεση και χρήση χώρου, χρόνου κ.λ.π.)

 • η μέθοδος και η τεχνική της διδασκαλίας

 • οι διαπροσωπικές σχέσεις μαθητή με μαθητή και οι διαπροσωπικές σχέσεις του δασκάλου με τους μαθητές του.

  
Ο Wren εστίασε σε ορισμένα στοιχεία του σχολικού περιβάλλοντος που μπορεί να έχουν κάποιο συμβολισμό όπως σχολικοί κανόνες, τελετές, παραδόσεις και συνήθειες. Για τον McLaren αντίθετα, το ζητούμενο είναι να καθοριστούν οι αρχές και οι πολιτικές επιλογές που βρίσκονται πίσω από το παραπρόγραμμα, έτσι ώστε να προσπαθήσουμε ‘να αντισταθμίσουμε τα πιο αντιδημοκρατικά και καταπιεστικά αποτελέσματα’.

 Ο Μαυρογιώργος τέλος, επισημαίνει ενδεικτικά ορισμένες μόνο σημαντικές λειτουργικές προεκτάσεις που παρουσιάζει το παραπρόγραμμα για το παιδαγωγικό και το κοινωνικό κλίμα της σχολικής ζωής. Τέτοιες είναι:
 • Προσφέρει το πλαίσιο αναφοράς με βάση το οποίο νομιμοποιείται η κοινωνική διάκριση και η προβολή μιας ιεραρχικά και ταξικά δομημένης κοινωνίας. Οι μηχανισμοί που χρησιμοποιούνται γι’ αυτό περιλαμβάνουν ανάμεσα σε άλλα τις εξετάσεις, τον επαγγελματικό προσανατολισμό, τον τρόπο συμμετοχής των μαθητών στο μάθημα κ.α.

 • Οι επιστημονικοί τομείς που αντιπροσωπεύονται στο σχολικό πρόγραμμα ως μαθήματα, προβάλλονται ως ‘σύνολα γνώσης’ οργανωμένα με τρόπο που δεν επιτρέπουν την αντιπαράθεση συγκρουόμενων απόψεων και ερμηνειών. Προβάλλεται δηλαδή η ‘θεωρία της επιστημονικής συναίνεσης’ που κατά τον Apple αποσιωπά τις επιστημονικές διαφωνίες και συγκρούσεις.

 • Η σχέση της φύσης και του περιεχομένου των μαθημάτων που διδάσκονται στο σχολείο με τις μεθόδους διδασκαλίας είναι ιδιαίτερα σημαντική. Η μέθοδος – τεχνική της διδασκαλίας είναι δυνατό να ανατρέψει το επίσημο περιεχόμενο αν δεν ευθυγραμμίζεται μαζί του.

 • Η καθημερινή εκπαιδευτική διαδικασία προσδιορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την παρεμβολή των μαθητών σε αυτή, με διάφορους τρόπους που χρησιμοποιούν οι μαθητές με στόχο να ελέγχουν το βαθμό υλοποίησης του επίσημου προγράμματος.

 • Η χρήση του σχολικού χώρου και χρόνου αποτελεί σημαντικό στοιχείο του παραπρογράμματος στα πλαίσια της μη λεκτικής επικοινωνίας.

 • Οι στρατηγικές των μαθητών για την αντιμετώπιση των εξετάσεων αποτελούν μέρος του παραπρογράμματος και είναι μέρος της σιωπηλής παρέμβασής τους στην πραγματική εφαρμογή του επίσημου προγράμματος.
 ------------------------------------------------------------------------------------------------------------
  1. Γκότοβος Α., Μαυρογιώργος Γ. και Παπακωνσταντίνου Π., (2000), Κριτική Παιδαγωγική και Εκπαιδευτική Πράξη, Gutenberg – Παιδαγωγική σειρά, Αθήνα.
  2. Ράπτης Ν., (2000), Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και Αγωγή, Τυπωθήτω, Χρ. Δάρδανος, Αθήνα.
  3. McLaren P., (1998), Life in Schools. An Introduction to Critical Pedagogy in the Foundations of Education, Longman, USA.
  4. Meighan R. and Siraj – Blatchford I., (1999), A Sociology of Education, Cassel.
  5. Wren D.J., (1999), School Culture: Exploring the Hidden Curriculum, Adolescence, 34(135), 593-6.

 

 Γεωργία Παπαγεωργάκη

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μπορεί το εκπαιδευτικό θέμα να είναι τεράστιο και πολύπλοκο και η αντιμετώπισή του να απαιτεί κυρίως πολιτική βούληση. Όμως, ευθύνη υπάρχει σε πολλά επίπεδα.
Μια από τις ευθύνες των εκπαιδευτικών λοιπόν, είναι να παρεμβαίνουν στο βαθμό που μπορούν στην διαδικασία.
Οι εκπαιδευτικοί έχουμε εκ των πραγμάτων κάποιο - μικρό έστω - βαθμό αυτονομίας. Ας την εκμεταλλευτούμε.